Διαβάστε τι έγραψε η γνωστή σεφ.
Η Ελένη Ψυχούλη, γνωστή σεφ, βρέθηκε στα Κύμινα, όπου δοκίμασε τοπικές γεύσεις. Κατέγραψε την εμπειρία της στο κείμενο που ακολουθεί:
Όταν περνάς τα τελευταία διόδια στα Μάλγαρα ξέρεις πως φτάνεις Θεσσαλονίκη. Τεντώνεσαι, μαζεύεις τον χαμό από τη χαρτούρα των διοδίων, τινάζεις ψίχουλα από κουλούρια και τσιπς, περνάς ένα κραγιόν και σουλουπώνεσαι για να εισβάλεις κύριος στη συμπρωτεύουσα.
Όταν πάλι παίρνεις τον αντίθετο δρόμο, στα Μάλγαρα σφίγγεις τη ζώνη, ανοίγεις προμήθειες και GPS μαζί με το κουτί της υπομονής, από δω ξεκινά το μακρύ ταξίδι στον Νότο.
Δεξιά μόλις βγεις από τα διόδια απλώνεται ο πλούσιος κάμπος, νοητή συνέχεια του κάμπου της Λάρισας, τα Νέα Μάλγαρα, κολλημένα πάνω τους τα Κύμινα, λίγο πιο πέρα η Χαλάστρα, ανάμεσα στον Αξιό, τον Λουδία, τον Αλιάκμονα και τη θάλασσα, απέναντι στο βάθος η Περαία και η Ν. Μηχανιώνα.
Πλούσια καμποχώρια που παράγουν το 70% του ελληνικού ρυζιού, χωριά που κατοικήθηκαν από Βόσνιους μουσουλμάνους και πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης. Σήμερα πλουτίζουν από το ρύζι και τις μυδοκαλλιέργειες, ωστόσο, επίπεδα, λίγο θλιμμένα, δεν έχουν τίποτα που να φέρει ως εδώ για την καλλονή τους τον τουρίστα…
Η γνωστή σεφ επισκέφθηκε μια τοπική ταβέρνα στα Κύμινα όπου δοκίμασε τις τοπικές σπεσιαλιτέ και εξεπλάγη θετικά. Συγκεκριμένα αναφέρει στο κείμενο της:
Το πρώτο που θ’ αναρωτηθείς είναι τι ζητάει το ψάρι μέσα σε τόση στεριά − ευθύς αμέσως θα καταλάβεις πως όλοι εδώ πέρα ψαρεύουν. Ναι, η θάλασσα είναι μια χεριά δρόμος, μόνο που ο τεράστιος εθνικός δρόμος βάζει τα όρια και την κρύβει από τη θέα σου.
Μπορεί να βρίσκεσαι στην καρδιά του ελληνικού μυδιού, όμως μύδι μέσα στον χειμώνα δεν θα φας. Από την άνοιξη και πάλι, που θα έχει μεστώσει, θα έχει γεμίσει. Η θάλασσα εδώ έχει την ιδιομορφία της. Αμμώδης, δεν βγάζει όλα τα ψάρια. Όμως, μεγαλώνει θεϊκά και πεντανόστιμα τα ψάρια της άμμου.
Μέσα στις γιορτές που πήγα εγώ ήταν η εποχή της αληθινής γλώσσας. Μικρομεσαία στο μέγεθος, υπέροχα τηγανισμένη, με κείνο το διαυγές λευκό κρέας, ένα ψάρι που σπάνια βρίσκεις πια στις αγορές της πόλης (μην τις μπερδεύετε με το πισί ή τις χωματίδες, ξαδέλφες ολίγον υποδεέστερες μιας αληθινής γλώσσας).
Μέχρι να βγουν αλάδωτες και τραγανές από το τηγάνι, ξεκινήσαμε με δύο ολοζώντανες σαλάτες, μία χωριάτικη και μία με βραστά λαχανικά. Μαγική εμπειρία το δίλοβο, παχουλό, σαν τεράστιο αυγοτάραχο ολόφρεσκο αυγό της γλώσσας που περάστηκε όσο πρέπει από το τηγάνι. Ένας από τους πιο σοφιστικέ μεζέδες με λεμονάκι, άρωμα ιωδίου, με κείνο το κριτς-κριτς του κάθε αυγού που σπάει ηδονικά στο δόντι.
Στο μεταξύ στη σχάρα ψήνεται ζουμερό ένα τεράστιο άγριο λαβράκι − να και πάλι το δυσεύρετο. Δεν υπάρχει σεφ που να μη βάζει στην κουζίνα του λαβράκι, κι όμως, σαν να έχουμε ξεχάσει την υπέροχη γεύση του αληθινού, μέσα από την υπερκατανάλωση τόσων φιλεταρισμένων του ιχθυοτροφείου.
Και ενώ θα μπορούσα να δηλώσω πλήρως και ηδονικώς χορτασμένη, η Κρίστη μας πληροφορεί πως στην ψαριά της ημέρας κυκλοφορεί φασί. Σχεδόν συγκινήθηκα, είχα να το δω και να το απαντήσω από τότε που πέθανε ο μπαμπάς μου, δεινός ερασιτέχνης ψαράς. Σιγά που θα μου γλίτωνε! Τηγανητό, κρατσανιστό, φαγώθηκε με τα κόκαλα. Αν το βρείτε, να το τιμήσετε. Κάτι ανάμεσα σε γλώσσα και καλκάνι, εξωτικό στην όψη, με πουά κιτρινωπές βούλες, φτηνότερο από τη γλώσσα, αλλά το ίδιο νόστιμο, το φασί είναι άλλος ένας χαμένος παράδεισος της παλιάς θαλασσινής γαστρονομίας
Τώρα που θα πάτε εσείς, μέσα στον Γενάρη-Φλεβάρη, ξεκινούν οι σουπιές, και τι σουπιές! Ίσως οι νοστιμότερες της Ελλάδας, τα μυξινάρια, ξαδέλφια του κέφαλου και ο κέφαλος αυτοπροσώπως, που κάνει την πιο χυλωμένη, την πιο ονειρεμένη ψαρόσουπα. Στα Κύμινα ψήνουν τα κεφαλόπουλα στη σχάρα και τα σερβίρουν με σύβραση κρεμμύδι, που μελωμένο και γλυκό έρχεται να κάνει αρμονική παρέα στο επίσης γλυκό, βουτυράτο κρέας του κέφαλου. Και τα κοπάνια, εξαιρετικό αφρόψαρο, σαν πιο βουτυράτος, ψωμωμένος κολιός.
Πηγή: lifo.gr