Το πραξικόπημα της περασμένης Παρασκευής (15/7/2016) που εκδηλώθηκε και απέτυχε στη Τουρκία εγείρει αρκετά ερωτήματα.
Το πραξικόπημα της περασμένης Παρασκευής (15/7/2016) που εκδηλώθηκε και απέτυχε στη Τουρκία εγείρει αρκετά ερωτήματα. Ερωτήματα, τόσο στο επιχειρησιακό σκέλος, όσο και στο κομμάτι της στόχευσης. Παρόλα αυτά ένα είναι βέβαιο: ο Ταγίπ Ερντογάν είναι πλέον ο απόλυτος κυρίαρχος της χώρας. Οι προθέσεις της κυριαρχίας του γίνονται ήδη ορατές.
13 χρόνια πριν, το 2003, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, φέρελπις τότε δήμαρχος Κωνσταντινούπολης, εκλέγονταν πρωθυπουργός της Τουρκίας. Στα 11 χρόνια που διατήρησε το αξίωμα η Τουρκία κατάφερε να αναδειχθεί σε σημαντική περιφερειακή δύναμη, εντάχθηκε στον κύκλο των 20 ισχυρότερων οικονομιών του πλανήτη και οι διαπραγματεύσεις για ένταξη στην Ε.Ε, είχαν μπει σε πλήρη τροχιά. Μάλιστα κατά τα έτη 2009-2010, η κυβέρνηση Ερντογάν θέτει ως στόχο την ανάληψη της ηγεμονίας στο υποσύστημα, όπου ανήκει η Τουρκία. Το Δόγμα Νταβούτογλου τίθεται σε ισχύ και η Τουρκία ξεκινά σειρά διπλωματικών ενεργειών για να καταδείξει, ότι είναι ο δυναμικότερα αναπτυσσόμενος και πολιτικά σταθερότερος παίκτης. Παρότι είχε ενεργή παρουσία σε όλα τα παγκόσμια φόρουμ και τους στενούς δεσμούς που αναπτύσσει με τα κράτη της Βαλκανικής(πλην της Ελλάδας φυσικά), αποτυγχάνει στις επιδιώξεις της. Δεν καταφέρνει ποτέ να προσεγγίσει δύο σημαίνοντες παίκτες το Ισραήλ και το Ιράν, ενώ η στάση της απέναντι στην Αραβική Άνοιξη απεδείχθη ασταθής, κάτι που έφερε τη χώρα αντιμέτωπη με παραδοσιακούς της συμμάχους(π.χ Η.Π.Α). Ταυτόχρονα ξεκινά μία σχετική περίοδος στασιμότητας της τουρκικής οικονομίας, με τους ρυθμούς ανάπτυξης να μη μεγαλώνουν πλέον.
Έτσι ο Ερντογάν αποφασίζει να ρίξει το βάρος στα εγχώρια σχέδιά του. Ήδη από το 2013 κάνει γνωστή την πρόθεσή του να μεταπηδήσει στη Προεδρία. Την ίδια χρονιά συγκρούεται με τον στενότερο(ως τότε) σύμμαχό του και «πολιτικό του πατέρα» Φετουλάχ Γκιουλέν . Οι διαφωνίες τους είναι τόσο σε επίπεδο θεωρίας, όσο και πολιτικής πρακτικής. Χωρίς τον Γκιουλέν, ο Ερντογάν χάνει ένα σημαντικό κομμάτι των υποστηρικτών του και η εσωτερική συνοχή τίθεται εν αμφιβόλω. Παράλληλα με τη σύγκρουση, ξεκινούν οι πρώτες σοβαρές έρευνες εις βάρος του για διαφθορά. Τότε λαμβάνει τις τελικές του αποφάσεις. Η διαφθορά δεν μπορεί να αποκαλυφθεί, αγγίζει άμεσα τόσο τον ίδιο, όσο και ολόκληρη την οικογένειά του. Η εξουσία διασφαλίζει την επιβίωση.
Η νέα του εξουσία στηρίζεται πάνω σε ένα τελείως διαφορετικό αφήγημα. Η οικονομική ευημερία, η περιφερειακή ηγεμονία και η ευρωπαϊκή προοπτική απομακρύνονται αποφασιστικά. Επομένως βρίσκει δύο νέους πυλώνες πάνω στους οποίους στηρίζεται: Ισλάμ και ασφάλεια. Υιοθετεί έναν ακραίο ισλαμικό λόγο για να ανταποκρίνεται στο μοναδικό απόλυτα αφοσιωμένο ακροατήριο τους φανατικούς των πόλεων και της επαρχίας. Επιπλέον η θρησκεία αποτελεί για τον ίδιο τον κρίκο που δένει τον πληθυσμό. Όσο για την ασφάλεια αυτή εμφανίζεται με τη μορφή του πολέμου κατά της τρομοκρατίας. Στη προκειμένη περίπτωση ως τρομοκρατία ορίζεται οτιδήποτε διαταράσσει την τάξη και τη συνοχή του κράτους. Στρέφεται κυρίως εναντίον του PKK, το οποίο βαφτίζεται τρομοκρατική οργάνωση και εξαπολύεται ένας ολομέτωπος πόλεμος για τον αφανισμό του. Να σημειωθεί ότι στην αρχή της καριέρας του ο Ερντογάν ήταν φιλικά διακείμενος προς τους Κούρδους.
Ταυτόχρονα ξεκινά την οικοδόμηση των δομών της χώρας γύρω του. Για τον ίδιο η προεδρία ισοδυναμεί με θρόνο και το προεδρικό μέγαρο με παλάτι. Μόνο αν ασκεί την απόλυτη εξουσία μπορεί να πετύχει τόσο τους πολιτικούς, όσο και το στόχο της βιολογικής επιβίωσης. Για το λόγο αυτό κάνει δύο στρατηγικές ενέργειες: Α) στο εσωτρικό του κόμματός του επιβάλλει το λόγο. Με πολύ έξυπνες κινήσεις δεν εξοντώνει (πολιτικά ή φυσικά) τους εσωκομματικούς του αντιπάλους, αλλά τους υποτάσσει, με αποτέλεσμα να εκμαιεύει τη στήριξή τους. Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις του πρώην Προέδρου και συνιδρυτή του AKP, Αμπντουλάχ Γκιούλ και του πρώην Πρωθυπουργού Αχμέτ Νταβούτογλου, οι οποίοι διαφώνησαν εξωθήθηκαν σε αποχώρηση, ωστόσο εμφανίζονται ακόμα δημόσια στο πλάι του Ερντογάν. Β)Προχώρησε σε βαθύτερες εκκαθαρίσεις στο στρατό(παραδοσιακού πυλώνα του τουρκικού κράτους), ώστε κανείς να μη διαθέτει την επιρροή και την ισχύ να τον αμφισβητήσει. Αφού ξεκαθάρισε τα ζητήματα αυτά προσπαθεί να αποτυπώσει την κυριαρχία του συνταγματικά.
Οι τρομοκρατικές επιθέσεις και ειδικά το αποτυχημένο πραξικόπημα του δίνουν το πρόσφορο έδαφος που επιζητούσε. Μέσα σε καθεστώς διώξεων, βίας και αίματος, σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και με καταργημένο τον ευρωπαϊκό χάρτη για τα δικαιώματα του ανθρώπου, η Τουρκία θα προχωρήσει σε μία τόσο σημαντική συνταγματική αναθεώρηση. Νομικά, αλλά όχι νόμιμα, ο Ερντογάν θα αποκτήσει τις εξουσίες του «σουλτάνου»που τόσο επιθυμεί. Ωστόσο το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω. Η χώρα θα σταθεροποιηθεί με τον πέλεκυ του ηγεμόνα να κρέμεται βαρύς από πάνω της. Δυστυχώς για τους πολίτες της το πείραμα της δυτικής φιλελεύθερης δημοκρατίας εγκαταλείπεται και δε θα επιστρέψει. Μαζί με αυτό φεύγουν η οικονομική ανάπτυξη, η ασφάλεια και η ελευθερία κάθε είδους.
Σίγουρα οι πρακτικές του Ερντογάν και η συμπεριφορά του τα τελευταία 3 χρόναι καταδεικνύουν έναν βαθιά αλαζόνα άνθρωπο. Προσοχή! Αλαζόνα, όχι τρελό. Δεν είναι ούτε τρελός, ούτε παράφρων. Αντίθετα τα χρόνια της εξουσίας του έδειξε σημάδια εξαιρετικής ευφυίας. Η λύση του ψυχιατρείου δεν είναι πάντα σωστή, μόνο εύκολη. Μελετώντας το παράδειγμά του μπορούμε να διδαχθούμε, πρώτα από όλα εμείς οι ίδιοι να αποβάλλουμε από μέσα μας, τέτοιου είδους σκέψεις και συναισθήματα, έτσι ώστε σε βάθος χρόνου να βελτιώσουμε και το δημόσιο βίο του τόπου.
Γρηγόρης Αγγελίδης