Η νέα Πρόεδρος της Δημοκρατίας και η ανάγκη ανανέωσης του θεσμού


Γράφει ο Γρηγόρης Αγγελίδης.

Η Κατερίνα Σακελλαροπούλου, πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, δεν ήταν σίγουρα το πρόσωπο, το οποίο περίμενε το ευρύ κοινό να ακούσει για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας.

Όλα τα ρεπορτάζ καταδείκνυαν πολιτικό πρόσωπο, προερχόμενο είτε από το χώρο της κεντροαριστεράς, είτε από το χώρο της κυβερνώσας παράταξης. Ωστόσο η επιλογή Μητσοτάκη, με μία πρώτη ανάγνωση φαίνεται κατάλληλη για το χαρακτήρα και το βάρος του αξιώματος.

Με την επιλογή ενός μη πολιτικού προσώπου αποφεύγεται μία σύγκρουση σχετικά με την πολιτική παράταξη και το πολιτικό παρελθόν που αυτό το πρόσωπο θα είχε. Επιπλέον ο θεσμικός ρόλος τον οποίο είχε ως Πρόεδρος του ΣτΕ και η ιδιότητα της δικαστικού, προσδίδει ένα διαφορετικό κύρος στην υποψηφιότητα Σακελλαροπούλου, ενώ ταυτόχρονα παρέχει τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να λάβει την απαραίτητη και επιβεβλημένη από το Σύνταγμα συναίνεση για την εκλογή, από τα υπόλοιπα κόμματα. Μία συναίνεση, την οποία, ένα πολιτικό πρόσωπο οποιασδήποτε ιδεολογίας ή απόχρωσης πολύ δύσκολα θα είχε.

Είναι χρήσιμο να θυμόμαστε πως ο ΣΥΡΙΖΑ, είχε ξεκαθαρίσει πως θα στήριζε μόνο τον απερχόμενο Πρόεδρο Προκόπη Παυλόπουλο, τον οποίο άλλωστε είχε εκλέξει στην Προεδρία και κανένα άλλο πολιτικό πρόσωπο. Επιπλέον και το Κίνημα Αλλαγής ήταν διατεθειμένο να στηρίξει συγκεκριμένα μόνο πολιτικά πρόσωπα και υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Με δεδομένη τη στάση του ΚΚΕ, η οποία μόνο θετική δεν θα ήταν, αλλά και το άγνωστο-απρόβλεπτο των θέσεων της Ελληνικής Λύσης και του ΜΕΡΑ 25, η επιλογή πολιτικού προσώπου φάνταζε όλο και δυσκολότερο να συγκεντρώσει τις 200 ψήφους που απαιτούνται στην πρώτη ψηφοφορία. Σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες η Πρόεδρος του ΣτΕ αναμένεται ξεπεράσει κατά πολύ τις 200 αυτές ψήφους.

Επομένως με την επιλογή Σακελλαροπούλου πληρούνται τόσο τα κριτήρια της αποδοχής, όσο και της αντικειμενικότητας, τα οποία πρέπει να χαρακτηρίζουν τον ή την Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Άλλωστε σύμφωνα με το Σύνταγμα, ο/η Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι ο Αρχηγός του Κράτους, ο Ρυθμιστής του Πολιτεύματος και το Σύμβολο της Ενότητας του Έθνους. Ένας Πρόεδρος, ο οποίος θα εκλέγονταν για παράδειγμα με 158 ψήφους, ο οποίος θα προέρχονταν από το κυβερνών ή άλλο κόμμα και θα είχε πρόσφατη πολιτική ιστορία, δε θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να αποτελεί σύμβολο ενότητας ή να γίνει εύκολα αποδεκτός στην κοινή συνείδηση.

Από εκεί και έπειτα η νέα Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αναμένεται να αποτελέσει και την πρώτη γυναίκα, η οποία θα αναλάβει Αρχηγός του Ελληνικού Κράτους, όπως αποτέλεσε και την πρώτη γυναίκα Πρόεδρο του ΣτΕ. Μία γυναίκα με επαγγελματική επιτυχία και αυξημένο κύρος. Ο συμβολισμός είναι υψηλός, αλλά και ουσιαστικός. Από τους 300 βουλευτές του Κοινοβουλίου μόλις 61 είναι γυναίκες. Από τους 13 Περιφερειάρχες μόλις 1 είναι γυναίκα, ενώ από τους 331 δημάρχους, μόλις οι 19 είναι γυναίκες. Επομένως γίνεται αντιληπτό ότι με την παρουσία της στην Προεδρία της Δημοκρατίας, ενδέχεται να ενισχύσει τη συμμετοχή των γυναικών στα κοινά, αλλά και να αυξήσει τα ποσοστά αποδοχής τους από το εκλογικό σώμα, το οποίο παραδοσιακά αλλάζει εκλογικές συνήθειες με αργούς ρυθμούς, παρά τις καταιγιστικές αλλαγές των τελευταίων τουλάχιστον 10 ετών.

Περισσότερο από το εκλογικό σώμα, η ίδια η Προεδρία της Δημοκρατίας έχει ανάγκη από μία τέτοια αλλαγή. Η πλειοψηφία (σαφώς υπήρξαν εξαιρέσεις) των Προέδρων της Ελληνικής Δημοκρατίας, από το 1974 και έπειτα, είναι παλαίμαχοι πολιτικοί, (με εξαίρεση τον Χρήστο Σαρτζετάκη, ο οποίος ήταν επίσης δικαστικός), οι οποίοι περιορίζονται σε διακοσμητικό ρόλο, αποτυγχάνοντας στο κύριο καθήκον τους: να συσπειρώσουν τον Ελληνικό Λαό και να αποτελέσουν σύμβολα ενότητας. Η τελευταία δεκαπενταετία (2005-2020), έχει να επιδείξει δύο αξιοπρεπείς Προέδρους, οι οποίοι στην κοινή συνείδηση δεν κατάφεραν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και να σηκώσουν το βάρος του αξιώματός τους.

Η Προεδρία της Δημοκρατίας έχει περιέλθει σε πλήρη απαξίωση από την κοινή γνώμη και έχει ανάγκη έναν άνθρωπο, ο οποίος θα έχει την ικανότητα να αφουγκράζεται τον Ελληνικό Λαό και να παρεμβαίνει με τέτοιο τρόπο, που και θα βρίσκεται εντός Συνταγματικών πλαισίων και ταυτόχρονα δε θα είναι ένας παθητικός θεατής, ανήμπορος να πράξει το οτιδήποτε, περιοριζόμενος μόνο στο να «σφίγγει χέρια».

Την ευκαιρία της ανανέωσης αυτής προσφέρει στον θεσμό η υποψηφιότητας της Κατερίνας Σακελλαροπούλου. Πρόκειται γα ένα μη πολιτικό πρόσωπο, το οποίο μπορεί να εκτιμήσει την κατάσταση δίχως κομματικές παρωπίδες και ταυτόχρονα λόγω του πρότερου θεσμικού της ρόλου, έχει την ικανότητα να συνεννοηθεί με τους πολιτικούς αρχηγούς και να εκπροσωπήσει υπεύθυνα και αξιόπιστα τη χώρα στο εξωτερικό.

Το ερώτημα πλέον είναι εάν η (άπειρη πολιτικά) Πρόεδρος της Δημοκρατίας, θα επιτύχει να δώσει νέα πνοή στον θεσμό του Προέδρου της Δημοκρατίας, συσπειρώνοντας τον Ελληνικό Λαό και ισορροπώντας στο τεντωμένο σκοινί της εγχώριας και διεθνούς πραγματικότητας. Σε κάθε περίπτωση η ευκαιρία βρίσκεται μπροστά της και η θητεία της αναμένεται με ενδιαφέρον. Τα τελικά συμπεράσματα θα εξαχθούν το 2025.

Αναδημοσίευση από huffingtonpost.gr