Γ. Αρβανιτίδης Για την Ελλάδα της παραγωγής και της κοινωνικής ευημερίας


Συνηθίζω να επαναλαμβάνω – ίσως κουραστικά πολλές φορές – ότι η μόνη ελπίδα για τον τόπο είναι η μετάβαση στην Ελλάδα της παραγωγής. Σε μια Ελλάδα που θα παράγει πλούτο με στόχο την ευημερία του συνόλου της κοινωνίας και όχι προς όφελος των λίγων ή των αριθμών.

Αυτό που έχουμε σήμερα μπροστά μας είναι μια άλυτη «εξίσωση» τα δεδομένα της οποίας είναι λίγο – πολύ γνωστά σε όλους.

Ζούμε σε μια χώρα όπου τα επίσημα στοιχεία μιλούν για ανεργία στο 24.4% (Δ’ Τρίμηνο 2015) η οποία στις ηλικίες 25-29 φτάνει το 37.4%.

Παράλληλα, οι εργαζόμενοι της χώρας απασχολούνται κατά 73% στον τριτογενή τομέα ενώ μόλις το 27% απασχολείται στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα της παραγωγής, της μεταποίησης, των κατασκευών και της βιομηχανίας.

Από τα 11 εκατομμύρια των κατοίκων της χώρας, περίπου 3.500.000 εργάζονται (εκ των οποίων το 9,4% με μερική απασχόληση), 1.200.000 είναι άνεργοι και 2.500.000 είναι συνταξιούχοι (στοιχεία 2015).

Το ΑΕΠ μας το 2015 συνέχισε την καθοδική του πορεία στα 176 δισ. ευρώ ενώ τα συνολικά δηλωθέντα εισοδήματα για το ίδιο έτος βυθίστηκαν στα 73.9 δισ. ευρώ.

Σε μια εξίσωση που δεν βγαίνει, η μόνη λύση είναι να αλλάξεις τα δεδομένα.

Η Ελλάδα σήμερα παράγει. Όχι όσο θα θέλαμε ή όσο πραγματικά μπορούμε, αλλά παράγει.

Όσοι απέμειναν να επιχειρούν κόντρα στην κρίση και το δυσμενές επιχειρηματικό περιβάλλον πρέπει να στηριχτούν – όχι για να συνεχίσουν να επιβιώνουν – αλλά για να αναπτυχθούν πάνω σε στέρεες βάσεις, δημιουργώντας πλούτο, νέες θέσεις εργασίας και εισόδημα για τους πολίτες, έσοδα για το κράτος και τα ταμεία.

Η ανάπτυξη αυτή δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνει στην τύχη.

Χρειαζόμαστε ένα συγκεκριμένο, ρεαλιστικό και μακροπρόθεσμο πλάνο το οποίο θα προκύψει με ευρεία κοινωνική και πολιτική συναίνεση. Ένα πλάνο που θα αξιοποιεί τις παραγωγικές δυνάμεις και δυνατότητες του τόπου, θα δίνει πραγματικές ευκαιρίες στους νέους ανθρώπους, θα ενισχύει και θα ενισχύεται από ένα παραγωγικό και φιλικό δημόσιο τομέα.

Το νέο παραγωγικό μοντέλο της χώρας πρέπει να δίνει έμφαση στον δευτερογενή και τριτογενή τομέα παραγωγής συνδυάζοντας αρμονικά την ανάπτυξή τους πλάι στις παραδοσιακές δυνάμεις της ελληνικής οικονομίας όπως η ναυτιλία, ο τουρισμός και η αγροτική παραγωγή.

Η δημιουργία ενός φιλικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος με σταθερή φορολογία, μειωμένη γραφειοκρατία και ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης πρέπει να αποτελέσει έναν άμεσο εθνικό στόχο για την προσέλκυση επενδύσεων.

Μπροστάρηδες στη μάχη αυτή πρέπει να μπουν οι νέοι της χώρας οι οποίοι έχουν όλες τις δυνατότητες να το κάνουν.

Το σημείο «κλειδί» για να τους πείσουμε να παραμείνουν στη χώρα και να επιχειρήσουν είναι να δημιουργήσουμε ένα πλέγμα κινήτρων με σαφή κατεύθυνση και αιχμή του δόρατος ένα αξιόπιστο πλαίσιο δεύτερης ή ακόμα και τρίτης ευκαιρίας το οποίο θα δίνει τη δυνατότητα σε ανθρώπους με ιδέες και όρεξη να παλέψουν και να πετύχουν.

Σε διαφορετική περίπτωση όσο καλό κλίμα και να υπάρξει, όσα δάνεια και αν δώσουν οι τράπεζες, όσα ΕΣΠΑ και αν υλοποιήσουμε, η οικονομία μας θα παραμείνει αγκυλωμένη στις παθογένειες που την τραβούν πίσω εδώ και πολλά χρόνια.

Η παραγωγική Ελλάδα αξίζει να στηριχτεί και οφείλουμε όλοι να εργαστούμε προς αυτή την κατεύθυνση.

 

Το άρθρο αρχικά δημοσιεύθηκε στην Liberal