Ρεπορτάζ του vice.com στον οικισμό Ποντίων στα υψώματα Διαβατών


Το σπίτι του Αριστείδη Τσουλφά το χωρίζει μόνο ένα ξερό ρέμα από το Κέντρο Μετεγκατάστασης Προσφύγων στα Υψώματα Διαβατών. Ο ίδιος ήρθε ως πρόσφυγας στη Θεσσαλονίκη από το εμπόλεμο Σοχούμι της Αμπχαζίας το 1992. Παρ’ όλα αυτά, όπως οι περισσότεροι παλιννοστούντες από τον Πόντο και την πρώην Σοβιετική Ένωση κάτοικοι Διαβατών, ήταν επιφυλακτικός στην απόφαση της κυβέρνησης να λειτουργήσει hot spot δίπλα στο σπίτι του. «Τους λυπάμαι, αλλά και φοβάμαι», μου είπε. Ο ίδιος είναι άνεργος εδώ κι ενάμιση χρόνο. Και ο γιος του τρέχει για να τακτοποιήσει τα χαρτιά του πριν φύγει μετανάστης στη Γερμανία την επόμενη εβδομάδα. Στον οικισμό των Ελλήνων ομογενών προσφύγων της δεκαετίας του ’90 έξω από τα Διαβατά, στο πιο ξεχασμένο σημείο της Θεσσαλονίκης, η Ιστορία έκανε κύκλο τρεις φορές μέσα σε ένα μήνα.

image

Το μεσημέρι της Παρασκευής ο Τσουλφάς κάπνιζε ένα τσιγάρο ως το φίλτρο στην αυλή του σπιτιού του. Κοιτούσε απέναντι τις οικογένειες των νέων προσφύγων από τη Συρία και το Ιράκ, που έφευγαν με τα πόδια μαζικά από το Κέντρο Μετεγκατάστασης και αναζητούσαν τρόπο για να φθάσουν στην Ειδομένη. Μου είπε ότι ο ίδιος ήρθε από το Σοχούμι τον Δεκέμβριο του 1992, κυνηγημένος από τη φλόγα του πολέμου. Ήδη από τον Αύγουστο εκείνης της χρονιάς, όταν ξεκίνησαν οι εχθροπραξίες μεταξύ Αμπχάζιων και Γεωργιανών, χιλιάδες ελληνικές οικογένειες βρέθηκαν στη μέση του πολέμου, ξεσπιτώθηκαν και ξεκίνησαν για την «πατρίδα» με ένα σακίδιο στον ώμο. «Στο Σοχούμι ζούσαμε στον παράδεισο», μου είπε ο Τσουλφάς, ο οποίος εργαζόταν ως οδηγός ασθενοφόρου. Στη Θεσσαλονίκη, παρά τις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετώπισε στην αρχή, έπιασε σχεδόν αμέσως δουλειά ως εργάτης στην Αρχαιολογική Υπηρεσία κι έστησε τη ζωή του από την αρχή. Μαζί με περίπου 30 οικογένειες Ελλήνων που έφυγαν από την εμπόλεμη Αμπχαζία αλλά και νωρίτερα από το Καζακστάν, έχτισαν τα σπίτια τους στα Υψώματα των Διαβατών, τον πιο απομονωμένο οικισμό στη Δυτική Θεσσαλονίκη. Πριν από ένα μήνα είδαν στην «αυλή» τους στρατιώτες και τεχνικά συνεργεία να ανακαινίζουν το παλιό στρατόπεδο Αναγνωστοπούλου. Πολλοί συμμετείχαν τότε στις κινητοποιήσεις κατά των νεοφερμένων κι έκαναν πορείες διαμαρτυρίας.

image

Η Ελένη Εφραιμίδη, με καταγωγή από το Καζακστάν, έφτασε στη Θεσσαλονίκη το 1990, λίγο πριν από την ανεξαρτητοποίησή του από την πρώην Σοβιετική Ένωση. Σπούδασε Μαθηματικά στην Τασκένδη, ενώ ο αδερφός της Ιατρική. «Ο πατέρας μου είχε πάντα όνειρο να έρθει στην πατρίδα. Παρά τα όσα πέρασαν οι πρόγονοί μου, κράτησαν τη θρησκεία τους. Είμαι Ελληνίδα. Ακόμη κι αν μου πουν να φύγω από εδώ, δεν πρόκειται να πάω πουθενά. Οι γονείς μας γνώρισαν τι θα πει μουσουλμάνος. Λυπόμαστε και ανησυχούμε ταυτόχρονα. Αν έρθουν όλοι μαζί προς τα εδώ, ποιος θα τους κρατήσει;» είπε.

image

Στις κινητοποιήσεις συμμετείχε ο πρώτος ξάδερφός της, Παναγιώτης. «Φοβόμαστε, προχθές δύο άτομα χτύπησαν το παράθυρο και ζητούσαν τσιγάρα», είπε. «Δεν είμαστε ρατσιστές ούτε ξενόφοβοι, απλώς η περιοχή μας δεν αντέχει άλλη υποβάθμιση. Δίπλα στα Διαβατά βρίσκεται η βιομηχανική περιοχή, τα διυλιστήρια, οι φυλακές της Θεσσαλονίκης και ένας οικισμός Ρομά. Το Κέντρο Μετεγκατάστασης Προσφύγων θα μπορούσε να χτιστεί στην Ανατολική Θεσσαλονίκη. Το στρατόπεδο που επιλέχτηκε είναι ακατάλληλο για τη φιλοξενία ανθρώπων», σημείωσε.

image

image

Βαδίζουμε στα χωμάτινα σοκάκια του οικισμού των Ελλήνων προσφύγων και μεταναστών έξω από τα Διαβατά. Τα σπίτια δίπλα στο ρέμα χτίστηκαν παράνομα, υπάρχουν πολλά που έμειναν στη μέση, σαν τσιμεντένιες απόκοσμες πλάκες. Οι άνθρωποι εδώ αποκαλούνταν υποτιμητικά «Έλληνες» στις χώρες που ζούσαν, ενώ όταν ήρθαν στην Ελλάδα ήταν οι «Ρωσοπόντιοι». Τα πρώτα χρόνια ήταν πολύ δύσκολα – «ούτε σκηνές δεν μας έδωσαν», είπαν κάποιοι στο VICE. Αργότερα, το επίσημο κράτος τους ενέταξε σε προγράμματα στεγαστικών δανείων και σε άλλους χορήγησε άδειες μικροπωλητών. Οι ίδιοι άνθρωποι, όμως, ήταν τα πρώτα θύματα της οικονομικής κρίσης. Τα μεροκάματα σταμάτησαν, ενώ το 2013 κόπηκε μέχρι και η σύνταξη 345 ευρώ που έπαιρναν οι μεγαλύτεροι.

image

Περίπου δύο χιλιόμετρα από εδώ, στον κεντρικό οικισμό των Διαβατών, η κατάσταση είναι περισσότερο σύνθετη από αυτό που παρουσιάστηκε το τελευταίο διάστημα στα ΜΜΕ, όταν ακραία στοιχεία και εξαγριωμένοι κάτοικοι προκάλεσαν επεισόδια και διαδήλωναν επί μέρες κατά της λειτουργίας Κέντρου Μετεγκατάστασης Προσφύγων. Η ανεργία θερίζει στην περιοχή, η οποία περιβάλλεται είτε από εργοστάσια που ρυπαίνουν είτε από βιομηχανικά κουφάρια. Η τοξική μυρωδιά από τα φουγάρα των εργοστασίων κάνει την ατμόσφαιρα αποπνικτική τη νύχτα.

Κάθε δεύτερη οικογένεια στα Διαβατά έχει προγόνους από τη Μικρά Ασία και τον Πόντο, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή το 1923. Τις τελευταίες μέρες πολλοί κάτοικοι ανηφόρισαν στο στρατόπεδο με ρούχα και τρόφιμα για τους πρόσφυγες. Και οι περισσότεροι από εκείνους που διαδήλωναν δυναμικά τις προηγούμενες ημέρες κοιτάζουν από μακριά αμήχανοι. Όπως πάντα, τίποτα δεν είναι απόλυτα μαύρο ή άσπρο.

image

Πίσω στα Υψώματα των Διαβατών, η Ειρήνη Κεσανίδου στέκεται στην είσοδο του σπιτιού της. Έφυγε κι αυτή κυνηγημένη από το εμπόλεμο Σοχούμι της Αμπχαζίας το 1993, με τον σύζυγο και τα δύο παιδιά τους, ηλικίας τότε έξι και εννέα ετών. «Φοβόμαστε, γιατί δεν ακούμε και λίγα. Οι Σύροι δεν είναι το πρόβλημα γιατί είναι ξεριζωμένοι άνθρωποι, αλλά ανάμεσά τους υπάρχουν τόσοι άλλοι. Η αστυνομία εδώ κι ένα μήνα διέκοψε την κυκλοφορία και το λεωφορείο άλλαξε δρομολόγιο, είμαστε αποκλεισμένοι», είπε. Η ίδια θυμάται τα πρώτα δύσκολα χρόνια στην Ελλάδα. «Δεν ξέραμε ούτε καν τους νόμους, δεν είχαμε πού να μείνουμε και φιλοξενούμασταν σε συγγενείς. Πριν από τον πόλεμο, κανείς από εμάς δεν σκόπευε να φύγει σε μία νύχτα από το Σοχούμι και να αφήσει τα πάντα πίσω του», σημείωσε.

image

Ο γείτονάς της Κώστας Τσαουσίδης ήρθε το 1990 από το Καζακστάν. «Όσο γίνονται πόλεμοι, θα συμβαίνουν τέτοια ανθρώπινα δράματα. Δεν ανησυχώ ούτε φοβάμαι, είναι κι αυτοί άνθρωποι», μου είπε. Ο ίδιος, όταν δεν κάνει σκόρπια μεροκάματα ως ηλεκτρολόγος και υδραυλικός, σκαλίζει το περιβόλι στην αυλή της μονοκατοικίας του και παρακολουθεί στην τηλεόραση τον σταθμό Russia24. «Αν δεν έφευγα, σήμερα μπορεί να είχα δικό μου συνεργείο. Τώρα όμως πρέπει να μείνω εδώ ως το τέλος», είπε με ένα πλατύ χαμόγελο.

image

image

Αργά το μεσημέρι της Παρασκευής, ακριβώς απέναντι από τον οικισμό των Ελλήνων προσφύγων, στο Κέντρο Μετεγκατάστασης άνθρωποι με μωρά στην αγκαλιά και πλαστικές σακούλες ξεκινούσαν με τα πόδια για τα σύνορα με την ΠΓΔΜ, μια απόσταση 80 χιλιομέτρων. Κλούβες της αστυνομίας είχαν αποκλείσει τον δρόμο, τηλεοπτικά συνεργεία έστηναν ζωντανές συνδέσεις και οδηγοί ταξί σχημάτιζαν ουρά μέχρι κάτω στον παλιό δρόμο για Κιλκίς. Η γειτονιά των Ελλήνων προσφύγων επικοινωνεί με το παλιό στρατόπεδο με ένα τσιμεντένιο γεφυράκι. Μια παρέα αντρών κάπνιζε σε αυτή την πλευρά του ρέματος, παρακολουθώντας από μακριά τις οικογένειες των Σύρων και των Ιρακινών. «Τρεις εβδομάδες φωνάζαμε κι αυτοί φεύγουν μόνοι τους», είπε κάποιος.

image

image

Πηγή VICE.com