Η νεράιδα και τα μαγικά δέντρα, γράφει ο Δημήτρης Γαλατίδης
Η πρώτη μέρα στο σχολείο είναι μια μέρα ξεχωριστή για όλους, τόσο για τους γονείς όσο και για τους μαθητές. Διαβάστε την ιστορία του Γιαννάκη, μέσα από τη ματιά του Δημήτρη Γαλατίδη.
…Γιάννη, Γιαννάκη, ξύπνα ψυχή μου, άντε αγάπη μου θα αργήσουμε, ακούστηκε ελαφρώς ανήσυχη η φωνή της μανούλας διαταράσσοντας την σιωπή που επικρατούσε στο σπίτι. Πηγαίνοντας στο παιδικό δωμάτιο βλέπει το αγγελούδι της ακόμη να κοιμάται, μα της έκανε εντύπωση, ότι ο μικρούλης γελούσε στον ύπνο του και μάλιστα φαινόταν να διασκεδάζει τόσο πολύ το όνειρο που έβλεπε. Έβαλε τα μακριά, λεπτά της δάκτυλα στα καστανόξανθα μαλλιά του, χαϊδεύοντας τον απαλά στην προσπάθεια της να τον ξυπνήσει όσο πιο γλυκά μπορούσε.
-Άντε αγοράκι μου, ξέχασες; Σήμερα είναι η πρώτη σου ημέρα στο μεγάλο σχολείο και αν καθυστερήσουμε και άλλο δεν θα προλάβουμε τον παπά και θα χάσουμε τον αγιασμό.
-Αμέσως μανούλα, απάντησε ο Γιαννάκης και με ένα σάλτο πετάγεται από το κρεβάτι και τρέχοντας σαν σίφουνας πηγαίνει στο μπάνιο να πλυθεί αφήνοντας την μητέρα του με ένα χαμόγελο απορίας.
Βλέπετε η αντίδραση του Γιαννάκη ήταν πρωτόγνωρη καθώς όταν ξυπνούσε τις περισσότερες φορές γκρίνιαζε και παραπονιόταν επί παντός επιστητού, δίνοντας έτσι σε όλους να καταλάβουν ότι το πρωινό ξύπνημα δεν ήταν μια από τις αγαπημένες του συνήθειες. Σήμερα όμως δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο, αντιθέτως ο μικρός γελούσε, τραγουδούσε και φαινόταν τόσο χαρούμενος βγαίνοντας από το μπάνιο, όσο όταν ξεκινούσαν να πάνε στον παιδότοπο. Η σαστισμένη μανούλα μη μπορώντας να πιστέψει την αντίδραση του μικρού, έσπευσε να τον ρωτήσει.
–Γιάννη ξέρεις που θα πάμε;
-Ναι μαμά, στο μεγάλο σχολείο, της απάντησε με στόμφο ο μικρός.
Μάλιστα, είπε η μανούλα καθώς συνέχιζε να μην πιστεύει στα μάτια της. Η αλήθεια είναι πως και αυτή ήταν λίγο αγχωμένη. Ήθελε να προλάβει να ετοιμάσει γρήγορα τον μικρό προκειμένου να ξεκλέψει λίγο χρόνο για να καλλωπιστεί και η ίδια. Θεωρούσε πολύ σημαντική την πρώτη ημέρα στο σχολείο, και ακριβώς σαν τέτοια την αντιμετώπιζε. Αμυδρά θυμόταν και την δική της συμπεριφορά στο ξεκίνημα της κάθε σχολικής χρονιάς η οποία όσο να ‘ναι διέφερε από αυτή του Γιαννάκη σήμερα. Μάλιστα όσο πιο πολύ το επεξεργαζόταν στο μυαλό της τόσο πιο ξενική της φαινόταν η συμπεριφορά του υιού της. Πόσες και πόσες σχολικές χρονιές έχουν περάσει, πόσες καινούριες αρχές με διαφορετικά όνειρα και ελπίδες η κάθε μία σκέφτηκε, και η συγκίνηση άρχισε δειλά – δειλά να κάνει την εμφάνιση της. Οι αναμνήσεις ξεπεταγόταν, η μια μετά την άλλη, σπάζοντας την λήθη του χρόνου προβαλλόμενες μπροστά της σαν σελίδες ενός χρυσοκέντητου τόμου, που ήταν γεμάτος με όμορφες παιδικές στιγμές, από κάθε μια τάξη, από κάθε μια σχολική χρονιά. Γέλια και χαρές, λύπες, άγχη και στενοχώριες ξεπεταγόταν από την κάθε σελίδα αφήνοντας ένα μικρό χαμόγελο στα χείλη της. Η ζωή επαναλαμβάνεται σαν φάρσα σκέφτηκε, και έστρεψε και πάλι την προσοχή της στον μικρό.
Ο Γιαννάκης είχε προλάβει στο μεταξύ να πλυθεί, να ντυθεί, και με την χτένα ανά χείρας προσπαθούσε να φτιάξει την χωρίστρα στα καστανόξανθα μαλλάκια του. Μαμά σε παρακαλώ, θα με βοηθήσεις να φτιάξω τα μαλλιά μου, θα με αφήσεις να βάλω λίγο τζελ, θέλω να είμαι όμορφος σήμερα στο σχολείο είπε ο μικρός που περισσότερο έμοιαζε σαν να ετοιμαζόταν για επίδειξη μόδας παρά για σχολικό αγιασμό. Με γρήγορες κινήσεις η μανούλα του Γιάννη τον βοήθησε να τελειώσει με όλο το τελετουργικό της προετοιμασίας και καθώς του φόρτωνε της καινούρια τσάντα στους ώμους έσκυψε και του έδωσε ένα γλυκό φιλί. Έτοιμοι είμαστε γιέ μου αναφώνησε και κλείνοντας την πόρτα του σπιτιού πίσω τους ξεκίνησαν την διαδρομή για το σχολείο.
Τα παιδάκια είχαν αρχίσει να μαζεύονται, λίγο πιο πέρα οι γονείς τους, ενώ λίγο μακρύτερα βρισκόταν και η ομήγυρη των δασκάλων καθώς είχαν καταφθάσει όλοι, παλαιοί και νέοι. Ο μικρός μας ήρωας είχε πια προσεγγίσει τον χώρο του σχολείου, και προσερχόμενος στο προαύλιο είχε αρχίσει να σαστίζει με όλο αυτό τον κόσμο, με όλες αυτές τις φωνές και τα γέλια που είχαν κατακλύσει κάθε γωνιά της αυλής. Τα ολοστρόγγυλα καφέ ματάκια του εξέφραζαν ένα αίσθημα απορίας, ένα αίσθημα αναζήτησης, μια σιγουριά πως κάτι είχε γίνει λάθος. Εντωμεταξύ ο πάτερ είχε ξεκινήσει τον αγιασμό, με την ησυχία να απλώνεται επιβλητικά σε όλο το σχολικό συγκρότημα ως ένδειξη σεβασμού προς το μυστήριο που ελάμβανε χώρα. Ο Γιαννάκης είχε πιάσει το χέρι της μαμάς του και λεπτό το λεπτό το έσφιγγε τόσο πολύ σαν να επρόκειτο να την αποχωριστεί για καιρό. Τραβώντας το προς τα κάτω προσπάθησε να αποσπάσει την προσοχή της από την ψαλμωδία, κάτι που το κατάφερε μια και η μανούλα κατάλαβε πως ο μικρός της είχε αρχίσει να νοιώθει ιδιαιτέρως άβολα.
–Φοβάμαι μαμά, ίσα που κατάφερε ο μικρός να της ψελλίσει στο αυτί.
-Που είναι τα μεγάλα παιχνίδια, τα μαγικά εκείνα δέντρα που βγάζουν γράμματα και χρωματιστούς αριθμούς, που είναι η νεράιδα;
-Μα τι λες παιδί μου; Ποια παιχνίδια, ποια μαγικά δέντρα και ποια νεράιδα τον ρώτησε όλο απορία η μητέρα του.
Εκείνα τα μαγικά δέντρα ρε μανούλα που μου είπε η γιαγιά… Προχτές, που ήμουν στο σπίτι της, την ρώτησα πως είναι το μεγάλο σχολείο και αν αυτό μοιάζει με το νηπιαγωγείο. Μου απάντησε λοιπόν ότι το μεγάλο σχολείο είναι καλύτερο, έχει περισσότερα και μεγαλύτερα παιχνίδια και επιπλέον έχει ένα δάσος από μαγικά δέντρα, τα οποία δέντρα δεν βγάζουν μήλα, δεν βγάζουν αχλάδια, αλλά βγάζουν γράμματα και χρωματιστούς αριθμούς. Τα γράμματα δεν πέφτουν ποτέ κάτω μόνα τους όπως τα φρούτα αλλά μαζεύονται με κόπο και προσπάθεια από τα παιδάκια. Τα παιδάκια που θα μαζέψουν τα περισσότερα γράμματα, τους πιο πολλούς αριθμούς, θα μπορούν να φτιάξουν όμορφα και μοναδικά παραμύθια. Αλλά υπάρχει και μια νεράιδα που φυλάει και φροντίζει το μαγικό δάσος. Η νεράιδα αυτή μαθαίνει στα παιδάκια τον τρόπο, το πώς θα προσπαθήσουν και πόσο πρέπει να μοχθήσουν, για να μαζέψουν τους καρπούς αυτών των μαγικών δέντρων. Πως εμείς τα παιδάκια θα πρέπει να την ακούμε προσεκτικά και να ακολουθούμε ακριβώς τις οδηγίες της. Μάλιστα μου είπε η γιαγιά πως αν πηγαίνω νωρίς στο σχολείο φορώντας όμορφα ρούχα, χωρίς να κάνω αταξίες και ακούω προσεκτικά τα λόγια και τις συμβουλές της νεράιδας τότε σίγουρα θα καταφέρω να μαζέψω πολλά γράμματα στην τσάντα μου. Πολλά γράμματα σημαίνει πολλά και όμορφα παραμύθια, μου είπε η γιαγιά.
Με το ζόρι η μητέρα του κατάφερε να πνίξει τα γέλια της… Τώρα πια ξεδιπλωνόταν μπροστά της σαν σενάριο από ταινία όλο το σκηνικό του σημερινού πρωινού, με όλες τις απορίες που αυτό της δημιούργησε να λύνονται ως δια μαγείας. Έσκυψε και αγκάλιασε σφιχτά το γιό της ψιθυρίζοντας μέσα στο αυτάκι του:
-Έτσι είναι Γιαννάκη, όπως σου τα είπε η γιαγιά, απλά σου έχουν διαφύγει κάποιες λεπτομέρειες. Τα μαγικά δέντρα που βγάζουν γράμματα και χρωματιστούς αριθμούς δεν υπάρχουν ακόμη. Σήμερα βάζουμε τους σπόρους μέσα στο χώμα και όσο τα παιδάκια προσπαθούν, και ακούν τις συμβουλές της νεράιδας, τόσο τα δέντρα αυτά θα μεγαλώνουν και όσο πιο πολύ μεγαλώνουν τόσα πιο πολλά γράμματα θα βγάζουν. Όλη την χρονιά η νεράιδα θα τα ποτίζει και θα τα προσέχει και στο τέλος, πριν από το καλοκαίρι, θα σας στείλει να μαζέψετε τα γράμματα που θα έχουν ωριμάσει επάνω στα δέντρα. Όσο πιο πολλά γράμματα και αριθμούς μαζέψετε τόσο πιο πολλά και πιο καλά παραμύθια θα καταφέρετε να σκαρώσετε. Παραμύθια που θα ομορφύνουν τις καλοκαιρινές διακοπές σας.
Ο Γιαννάκης ακούγοντας τα λόγια της μανούλας του είχε αναθαρρήσει, είχε τεντώσει ξανά το κορμί του, καθώς ένοιωθε σίγουρος πως τελικά δεν είχε γίνει κάποιο λάθος. Όλα έμοιαζαν έτσι όπως τα είχε ονειρευτεί.
-Μαμά κοίτα, έρχονται ο Τασούλης, ο Αργύρης και η Ξένια.
Μόλις είχε γίνει ο διαχωρισμός των παιδιών της Α’ Δημοτικού σε 2 διαφορετικά τμήματα και ο Γιαννάκης ήταν στο ίδιο τμήμα με τους φίλους του από το νηπιαγωγείο. Η ευτυχία του ήταν απερίγραπτη και όλο χαρά έτρεξε προς το μέρος των φίλων που όλοι μαζί είχαν γίνει ένα κουβάρι.
Μάλλον αυτό το τελευταίο δεν είχε προλάβει να το δει στο όνειρο του. Σε εκείνο το πρωινό που του διέκοψε η μανούλα ξυπνώντας τον.
Αγκαλιασμένα τα τέσσερα παιδιά, με τις καινούριες τσάντες στους ώμους τους ξεκίνησαν να πάνε μέσα στην τάξη για να γνωρίσουν την δασκάλα τους. Μια νέα σελίδα μόλις είχε ξεκινήσει να γράφεται για το κάθε ένα παιδάκι.
Καλή Σχολική Χρόνια σε Μαθητές, Δασκάλους και Γονείς.
Δημήτρης Γαλατίδης