Γράφει ο Μάκης Ιωσηφίδης.
Παραμονή Χριστουγέννων του 2017. Το μικρόσωμο ταπεινό γαϊδουράκι προχωρά μέσα στη νύχτα. Στη ράχη του κάθεται ένας παράξενος αναβάτης. Ισχνός με μακριά μαλλιά, γένια και ένα γλυκύτατο πρόσωπο να λάμπει στο σκοτάδι. Φτωχά τα ρούχα του. Ένας τριμμένος χιτώνας καλύπτει το σώμα του και παλιά σανδάλια τις γυμνές πατούσες του.
Το γαϊδουράκι μπαίνει στη μικρή επαρχιακή πόλη της κεντρικής Ελλάδας που είναι μάλιστα και πρωτεύουσα νομού. Στα πρώτα σπίτια περιμένει υπομονετικά εδώ και ώρα ο κυρ Χρήστος. Εξηντάρης, ψηλός, ξερακιανός με μπόλικη ρυτίδα. Ύφος ταλαιπωρημένου στη ζωή ανθρώπου αλλά τα μάτια του καθρεφτίζουν μια υπέροχη ψυχή. Τον ειδοποίησαν κάποιοι να περιμένει έναν ταξιδιώτη που θα επισκεφθεί την πόλη τους για να τον οδηγήσει. Βλέπει ο Χρήστος το ταπεινό γαϊδουράκι να πλησιάζει. Πλησιάζει κι αυτός. Ο Χρήστος κοιτάζει τον παράξενο αναβάτη βαθιά στα μάτια. Κάτι του θυμίζει. Προσπαθεί να θυμηθεί και ξάφνου του έρχεται στο μυαλό η εικόνα που είχε βάλει η συχωρεμένη η μανούλα του πάνω στο κρεβάτι του όταν ήταν παιδί και παρίστανε τον Χριστό να κρατά στα χέρια του ένα αθώο αρνάκι.
Οι δύο άνδρες κοιτάζονται κατάματα. Ο κυρ Χρήστος είναι πια βέβαιος. Ο Χριστούλης είναι.
-Καλωσόρισες στην πόλη μας Κύριε, ψελίζει απορημένος.
-Καλώς σε βρήκα Χρήστο, απαντά ο Θεογέννητος.
-Σε τι οφείλουμε την τιμή της επίσκεψής σας Κύριε;
-Ήρθα να δω πώς γιορτάζετε τη γέννησή μου.
-Και γιατί διαλέξατε εμένα Κύριε για οδηγό σας; Εγώ είμαι άθεος. Δεν πιστεύω σε καμιά θρησκεία. Πιστεύω ότι το να κάνω το καλό δεν είναι θέμα θρησκείας αλλά θέμα της απλής ανθρώπινης νοημοσύνης.
-Ζήτησα από τους δικούς μου να βρουν για οδηγό μου τον πιο ενάρετο άνθρωπο της πόλης, αυτόν που ζει σύμφωνα με τη διδασκαλία μου και όλοι μου υπέδειξαν εσένα. Δεν με ενδιαφέρει αν είσαι άθεος. Αν έχεις αντίρρηση να μου το πεις τώρα.
-Καμιά αντίρρηση Κύριε. Άλλωστε εγώ ο άθεος πάντα δεχόμουν τη διδασκαλία Σου ως πυξίδα ζωής. ‘’Αγαπάτε αλλήλους’’ είπες, ‘’Ειρήνη υμίν’’ διακήρυξες’’, ‘’Ο έχων δύο χιτώνας…’’ δίδαξες. Λόγια που με εκφράζουν ως φιλοσοφία ζωής.
-Ξεκινάμε λοιπόν…
Ο κυρ Χρήστος οδηγεί το γαϊδουράκι με τον αναβάτη του στον κεντρικό δρόμο της πόλης που είναι στολισμένος με τον βαρύ χριστουγεννιάτικο διάκοσμο με τα λαμπάκια. Καταλήγουν στην κεντρική πλατεία με τη φάτνη, τα αρνάκια, τους βοσκούς και τους μάγους.
-Τι είναι όλα αυτά τα μπιχλιμπίδια Χρήστο;
-Τα θέλουν οι δημότες Κύριε και η Δημοτική αρχή ενδίδει.
-Και πόσο στοίχισε όλο αυτό το πράγμα;
-Πολλά λεφτά Κύριε.
-Θα γιόρταζαν καλύτερα τη γέννησή μου αν αυτά τα λεφτά δίνονταν σε φτωχούς και ανήμπορους ανθρώπους.
Ο κυρ Χρήστος οδηγεί τον Χριστούλη στο ανατολικό κομμάτι της πόλης εκεί που είναι οι βίλες των πλουσίων στολισμένες εξωτερικά με χιλιάδες λαμπιόνια που σχηματίζουν χριστουγεννιάτικες εικόνες.
-Τι γίνεται εδώ Χρήστο;
-Είναι τα σπίτια των πλουσίων μας Κύριε. Να αυτό είναι ενός μεγαλογιατρού που με τα φακελάκια των εγχειρήσεων έγινε πάμπλουτος. Εκείνο παραπέρα είναι του πρώην υπουργού μας…παρακάτω ενός συνταξιούχου μεγαλοστελέχους Δημόσιας Υπηρεσίας. Όλοι τους φανατικοί χριστιανοί. Κάποιοι θα πάνε μετά σε μπουζουξίδικα για να κάνουν ρεβεγιόν για τη γέννησή Σου.
-Κατάλαβα, λέει ο Θεάνθρωπος.
Προχωρούν παρακάτω. Μεσοαστικές πολυκατοικίες και πλαστικά λαμπιόνια να αναβοσβήνουν στα μπαλκόνια. Από το παράθυρο ενός διαμερίσματος, βλέπει ο Χριστούλης μεσήλικες να τρώνε τα χριστουγεννιάτικα εδέσματα και να πίνουν τα κρασιά τους ενώ στον καναπέ κάθονται παιδάκια προσηλωμένα στα καινούρια τους smartphones που αγόρασαν με τα λεφτά που μάζεψαν από τα κάλαντα. Δίπλα τους τα παιχνίδια-δώρα γονιών, παππούδων γιαγιάδων και νουνών.
-Χμμμμ …..μονολογεί ο Χριστός… Πάμε παρακάτω.
Και πάνε και βλέπουν την ανθρώπινη αθλιότητα σε όλο της το μεγαλείο.
Παράγκες…δυστυχία…πόνος…στέρηση…
-Τι είν’ αυτά Χρήστο;
-Εδώ Χριστούλη μου είναι το κέντρο υποδοχής προσφύγων. Βλέπεις; Ξεριζωμένα από τον τόπο τους παιδάκια και γονείς μέσα στην απόγνωση.
-Εδώ πιο κάτω τι είναι;
-Εδώ είναι ο φτωχομαχαλάς της πόλης μας Κύριε. Μεροκαματιάρηδες με τις οικογένειές του. Φτώχεια, στέρηση και αγώνας για την επιβίωση…
-Εδώ γεννήθηκα Χρήστο…εδώ έζησα…εδώ δίδαξα…εδώ σταυρώθηκα…εδώ αναστήθηκα…εδώ υπήρξα Χρήστο…
Φεύγουν…
-Κύριε, είσαι κουρασμένος. Πριν αποχωρήσεις από την πόλη μας ας πάμε για λίγο στο σπίτι μου…να, εδώ κοντά είναι…να ξαποστάσεις για λίγο.
Το σπίτι του Χρήστου μια φτωχική μονοκατοικία χωρίς χριστουγεννιάτικα λαμπιόνια έξω και μέσα, αποπνέει μια βαθιά, ανθρώπινη ζεστασιά.
Η κυρά Χρυσούλα, σύζυγος του Χρήστου, πιστή χριστιανή και υπέροχος άνθρωπος, κόντεψε να λιποθυμήσει όταν ξαφνικά αντίκρισε μπροστά της τον Σωτήρα…Προσκύνησε με δέος και έφυγε για την κουζίνα να ετοιμάσει κάτι. Χαμογελά ο Χρήστος ‘’Χριστούλη μου, άθεος εγώ, πιστή χριστιανή αυτή και όμως ζούμε τόσα χρόνια αρμονικά επειδή μας συνδέει η κοινή αγάπη μας για τον συνάνθρωπο. Αγάπη που ξεκινά από διαφορετικούς δρόμους αλλά καταλήγει στο ίδιο αποτέλεσμα.
Η ανοιχτή τηλεόραση μεταδίδει το βραδινό δελτίο ειδήσεων.
-Να την κλείσω Κύριε; Ρωτάει ο Χρήστος.
-Όχι, θέλω να μάθω τι καρπό έδωσε ο σπόρος που φύτεψα στον κόσμο πριν από δυο χιλιάδες χρόνια.
Χαμογελαστός ο εκφωνητής μεταδίδει την πρώτη είδηση: ‘’Γιορτάζει σήμερα η Χριστιανοσύνη σ’ όλον τον κόσμο. Φωταψίες στις μεγάλες πρωτεύουσες του κόσμου. Εκατομμύρια Χριστιανοί στο Παρίσι, στο Λονδίνο, στη Ρώμη υποδέχονται στις πλατείες τη γέννηση του Θεανθρώπου…
Οι ειδήσεις συνεχίζονται. Κάπου προς το τέλος ο εκφωνητής αναγγέλλει: ‘’Και τώρα ειδήσεις απ’ όλον τον κόσμο’’. Η φωνή του τώρα ακούγεται σοβαρή και τα βίντεο διαδέχονται το ένα τ’ άλλο…Πόλεμοι…βομβαρδισμοί…σκοτωμοί… νεκροί… σακατεμένοι …παιδιά ορφανά και πεινασμένα…προσφυγιά…αίμα και τρόμος σε μεγάλο μέρος του πλανήτη…
Σηκώνεται πάνω αγανακτισμένος ο Θεάνθρωπος
-Αυτά σας δίδαξα μωρέ; Αυτά τα κοινωνικά συστήματα φτιάξατε με βάση τη διδασκαλία μου; Δεν είστε άνθρωποι αλλά θηρία και ζείτε μέσα στο ψεύδος και την υποκρισία …ντρέπομαι για το ανθρώπινο είδος. Χρήστο, δεν μπορώ να ακούω άλλο και κυρίως να βλέπω. Φεύγω.
– Πριν φύγεις Χριστούλη μου πες μου πώς να γιορτάσω τη γέννησή Σου;
-Αύριο Χρήστο να πας με τη γλυκύτατη σύζυγό σου σ’ αυτούς τους φτωχομαχαλάδες που μούδειξες πριν. Βοηθήστε όσους και όσο μπορείτε και φροντίστε να μην το μάθει κανείς. Γυρίστε μετά στο σπίτι σας και…κλάψτε…
Ο Χριστούλης ευχαριστεί τον Χρήστο, τον αποχαιρετά και βγαίνει μόνος του απ’ τη μικρή πόλη. Έτσι…όπως ήρθε…πάνω στο ταπεινό γαϊδουράκι…
Η φωνή Του ακούγεται μέσα στη νύχτα:
Ουαί υμίν…