Η Ρώσικη επιστροφή και η Τουρκική απομάκρυνση, Γράφει ο Γρ. Αγγελίδης


Το τελευταίο διήμερο του Μαΐου περιείχε δύο γεγονότα, το καθένα με τη δική του σημασία για τη διεθνή πολιτική. Το ένα είναι η επίσκεψη του Ρώσου Προέδου Βλάντιμιρ Πούτιν στην Ελλάδα. Το άλλο οι εκδηλώσεις για την άλωση της Κωνσταντινούπολης(29/5/1453) από τον Τούρκο Πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν.

Το πρώτο γεγονός απέκτησε πολλές αναγνώσεις από τον ελληνικό τύπο, υπερβολικές στο σύνολό τους. Υπήρχε το σκέλος του τύπου που υποδέχονταν τον Πούτιν ως σωτήρα και το άλλο που τον αντιετώπιζε αδιάφορα εώς και εχθρικά. Το βέβαιο είναι πως ο Ρώσος Πρόεδρος, ούτε ήρθε να αποτινάξει κάποιον ζυγό, ούτε να απομακρύνει την Ελλάδα από την Ευρώπη. Σκοπός της επίσκεψης ήταν να μπει εκ νέου η Ρωσία στο κάδρο. Από την κρίση της Κριμαίας και έπειτα η Ένωση, με πρωτεργάτες τις παραδοσιακά αντιρωσικές χώρες(Πολωνία, χώρες της Βαλτικής), προχώρησαν σε κυρώσεις, αυστηρά διαβήματα, κυνήγι πλούσιων Ρώσων για φοροδιαφυγή με σκοπό να τιμωρήσουν την πολιτική του Πούτιν, αλλά και να καλύψουν τη δική τους αδυναμία να τον αντιμετωπίσουν. Έτσι ο Ρώσος Πρόεδρος έρχεται σε μια χώρα της Ένωσης, η οποία επίσης αντιμετωπίζεται στην καλύτερη περίπτωση καχύποπτα από τους εταίρους της και ρίχνει τα χαρτιά του στο τραπέζι. Ενεργειακές συμφωνίες, τουρισμός, ειδική ρύθμιση για τα ελληνικά προϊόντα έναντι των λοιπών ευρωπαϊκών και αυστηρα μηνύματα προς την Τουρκία. Όλα αυτά δεν έγιναν υπό το πρίσμα της ελληνο-ρωσικής φιλίας, αλλά για να δηλώσει παρών ο Πούτιν. Να καταδείξει ότι όχι μόνο δεν πτωείται από τις κυρώσεις, τόσο τις προηγούμενες, όσο και αυτές που θα έρθουν σύντομα, αλλά ότι και ο ίδιος μπορεί να κάνει δύσκολη τη ζωή των Ευρωπαίων και να διασπάσει την κατά τα άλλα ενιαία θέση των εταίρων εναντίον του. Μέσω των συμφωνιών επιχειρεί να χρησιμοποιήσει την Ελλάδα ως Δούρειο Ίππο, ως δίαυλο με τους κύριους παίκτες(Γερμανία), για να αποκαταστήσει την επικοινωνία και να ασκήσει ξανά σημαντική επιρροή στα ζητήματα υψηλής πολιτικής που τον αφορούν(επέκταση Ένωσης/ΝΑΤΟ προς Ανατολάς, Ουκρανία).

Μερικά χιλιόμετρα μακριά στην Κωνσταντινούπολη λάμβανε χώρα μία παράσταση που δεν είχε προηγούμενο. Όχι μόνο για το ντύσιμο ή τις αναπαραστάσεις, αλλά κυρίως για το μήνυμα που πέρασε ο Τούρκος Πρόεδρος. Έχοντας δίπλα του τον νέο του πρωθυπουργό ο Ερντογάν με τη συμπαράσταση των παρευρισκομένων ανακοίνωσε την απαρχή του προεδρικού συστήματος στην γείτονο, κάτι που θα του δώσει(και τυπικά) την απόλυτη εξουσία επί της χώρας. Πολύ περισσότερο καταδεικνύει για ακόμα μία φορά τα (σχεδόν) απολυταρχικά του σχέδια με τα οποία σκοπεύει να χειριστεί τη χώρα του. Έτσι θα ολοκληρωθεί η στροφή του Ερντογάν από τον ηγέτη της οικονομικής ανάπτυξης και της ευρωπαϊκής προοπτικής, στον οθωμανικής κοπής ηγεμόνα, ο οποίος έχει τον απόλυτο έλεγχο των πραγμάτων στο εσωτερικό και περιφρονεί με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο αυτούς που κάποτε έδειχνε να έχει ως στόχο να φτάσει. Περίτρανη απόδειξη η πολιτική του εκβιασμού που ακολούθησε κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης για το προσφυγικό με σκοπό να αποκομίσει χρηματοδοτήσεις και άλλες διευκολύνσεις, τόσο στο ζήτημα της βίζας, όσο και σε ενταξιακά ζητήματα.

Ένα ακόμα σημείο σύγκλισης και ταυτόχρονα απόκλισης μεταξύ των δύο περιπτώσεων είναι η επιρροή του χαρακτήρα του κάθε ηγέτη. Κοινές συνισταμένες μπορούν να οριστούν οι αμφιλεγόμενες και αθέμιτες μέθοδοι, τις οποίες και οι δύο χρησιμοποιούν για να αντιμετωπίσουν πολιτικούς αντιπάλους, τον τύπο και άλλες μορφές ελευθερίας. Επιπλέον και οι δύο διατηρούν τα ηνία των χωρών τους για σχεδόν μία δεκαπενταετία και σκοπεύουν να τα διατηρήσουν για αρκετό καιρό ακόμα, αγνοώντας ηθελημένα πολλές δημοκρατικές αρχές. Ωστόσο η διαφορά που ως ένα βαθμό ξεχωρίζει τον έναν από τον άλλο και τις ίδιες τις χώρες είναι, ότι παρά τα πολλά αρνητικά(χωρίς το οτιδήποτε να τα δικαιολογεί) ο ένας έχει αναδείξει εκ νέου τη χώρα του σε μεγάλη δύναμη αποκαθιστώντας μέρος της παλαιάς της αίγλης, ενώ ο άλλος δίνει την καθημερινή μάχη της επιβίωσης(πολιτικά και βιολογικά) για τον ίδιο και την οικογένειά του, αγνοώντας ή αδιαφορώντας για το γεγονός ότι η χώρα του χάνει καθημερινά συμμάχους, το διεθνές της status quo υποβαθμίζεται και η οικονομία της βρίσκεται σε στασιμότητα.

Σκοπός του κειμένου ήταν να καταδείξει το συμβολισμό των ενεργειών των δύο Προέδρων υπό μία περισσότερο ολοκληρωμένη προσέγγιση. Αν αυτή η προσπάθεια πέτυχε ή όχι αυτό είναι κάτι που κρίνεται. Ωστόσο είναι αναγκαίο να γίνουν αντιληπτοί οι σκοποί και οι ενέργειες δύο χωρών-ηγετών που παραδοσιακά επηρεάζουν τόσο τη χώρα μας, όσο και την Ένωση γενικότερα.

Γρηγόρης Αγγελίδης