Επέτειος Γενοκτονίας Αρμενίων, γράφει ο Μάκης Ιωσηφίδης


Ένα κείμενο του Μάκη Ιωσηφίδη για την επέτειο Γενοκτονίας των Αρμενίων

24 Απριλίου, ημερομηνία της θλιβερής επετείου της γενοκτονίας των Αρμενίων το 1915. Ας μην ξεχνάμε βέβαια και τις δύο προηγούμενες σφαγές των Αρμενίων, η πρώτη την περίοδο 1894-96 επί Σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίντ και η δεύτερη από τους Νεότουρκους το 1909 κυρίως στην περιοχή των Αδάνων.

Το Χογούζ (σήμερα Oguz) ήταν το χωριό των προγόνων μου στην Ανατολική Ανατολία ή αλλιώς τουρκική Αρμενία. To μεγαλύτερο ποσοστό των προσφύγων του Χογούζ μετά το 1920 εγκαταστάθηκε σταδιακά στα Διαβατά Θεσσαλονίκης.

Το Χογούζ εγκαταλείφθηκε από τους κατοίκους του τον Οκτώβρη του 1916 όταν μέσω των κουρδικών χωριών έφθασαν στο ρωσοκρατούμενο Ερζιγκιάν.

Ως γνωστόν, ο ποταμός Ευφράτης δημιουργείται από δύο μεγάλους παραποτάμους του. Είναι ο Καρά Σου ή αλλιώς δυτικός Ευφράτης και ο Μουράτ Σου ή αλλιώς ανατολικός Ευφράτης. Οι δύο αυτοί παραπόταμοι συναντιούνται νότια στην πόλη Εγκίν (σήμερα Κεμαλιγιέ) και δημιουργούν τον κορμό του κυρίως Ευφράτη.

Το Χογούζ ήταν χτισμένο σε ύψωμα που έβλεπε στον δυτικό Ευφράτη. Πριν από την διαφυγή, οι κάτοικοι του Χογούζ κατέβαιναν στην όχθη του δυτικού Ευφράτη για να

κάνουν διάφορες δουλειές που απαιτούσαν πολύ νερό.

Ενάμιση χρόνο πριν τη διαφυγή από το Χογούζ δηλαδή τον Απρίλιο του 1915, οι κάτοικοι του χωριού έζησαν έναν εφιάλτη. Κατέβηκαν από το χωριό για τις συνηθισμένες δουλειές στο ποτάμι και αντίκρισαν ένα φρικτό θέαμα. Το νερό του ποταμού ήταν κατακόκκινο και πτώματα παρασυρόμενα επέπλεαν και κάποια ξεβράζονταν στις όχθες. Μάζευαν όσα πτώματα μπορούσαν για να τα θάψουν και με φρίκη διαπίστωναν ότι τα περισσότερα ήταν κατακρεουργημένα. Αργότερα έμαθαν ότι οι Τούρκοι για τις σφαγές των Αρμενίων χρησιμοποιούσαν μαχαίρια και τσεκούρια για να κάνουν οικονομία στις σφαίρες.

Για πολύ καιρό παρατηρούσαν το θλιβερό αυτό θέαμα.

Όλα αυτά τα άκουγα παιδάκι στο καφενείο του πατέρα μου στα Διαβατά από το στόμα των μεγάλης ηλικίας προσφύγων πρώτης γενιάς που ήταν τότε παιδιά ή έφηβοι.

Τα ξανάκουσα σε μεγάλη πια ηλικία όταν έπαιρνα συνεντεύξεις από παππούδες και γιαγιάδες πρώτης και δεύτερης προσφυγικής γενιάς καταγράφοντας την ιστορία του τόπου που με γέννησε.

Θα κάνω και μια κατάθεση ψυχής, παραθέτοντας και κάτι άλλο που αφορά την θλιβερή επέτειο.

Κατά τη διάρκεια της μεγάλης σφαγής του 1915, αρκετοί Αρμένιοι κατέφθασαν στο Χογούζ που ήταν απομονωμένο και μακριά από αστικά κέντρα. Οι κάτοικοι με κίνδυνο της ζωής τους τούς έκρυψαν στα πατάρια των σπιτιών τους, σε στάβλους, σε αποθήκες κτλ. Κάποιοι από αυτούς τους Αρμένιους γλίτωσαν την σφαγή και κατάφεραν να φθάσουν στην Ελλάδα.

Είμαστε στη δεκαετία του 1960 και έβλεπα κάποιες Κυριακές να έρχεται στο καφενείο μας με ένα πολυτελές για την εποχή αυτοκίνητο ένας καλοντυμένος κύριος που αγκάλιαζε και φιλούσε σταυρωτά όλους τους παππούδες.

-Γιάννη, φώναζε στον πατέρα μου, φέρε μεζέδες, φέρε ούζα, φέρε ρετσίνες. Κερνάω όλον τον κόσμο.

Ακολουθούσε γλέντι. Απορημένος ρώτησα μια μέρα τον πατέρα μου.

-Μπαμπά, ποιος είναι ο κύριος αυτός και γιατί κερνάει.

-Παιδί μου, είναι ο … (δυστυχώς ξέχασα το επώνυμό του μετά από τόσα χρόνια) που έχει μεγάλο κατάστημα στη Θεσσαλονίκη. Είναι Αρμένιος και όταν ήταν παιδάκι και έγινε η μεγάλη σφαγή των Αρμενίων, οι πρόγονοί μας στο Χογούζ τον έκρυψαν όπως και άλλους

πολλούς. Διασώθηκε, ήρθε στη Θεσσαλονίκη, ασχολήθηκε με το εμπόριο και έγινε μεγάλος και τρανός. Δεν ξεχνάει όμως τους ανθρώπους που τον έσωσαν τότε. Έρχεται στο καφενείο μας και κερνάει τους πάντες για να δείξει την ευγνωμοσύνη του.

Οι Αρμένιοι είναι ένας υπέροχος και πολύπαθος λαός με τον οποίο μας συνδέουν πολλά. Αξίζουν τον σεβασμό μας και η θλιβερή αυτή επέτειος πρέπει να είναι ημέρα μνήμης για όλους μας. Για να μην ξεχνάει η ανθρωπότητα τα εγκλήματα των Τούρκων σε βάρος όχι μόνο των Αρμενίων αλλά και των δικών μας Ποντίων και γενικότερα σε βάρος του προσφυγικού Ελληνισμού.

Ιωσηφίδης Μάκης